Ο Άγιος Τρύφωνας
Την πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ;
Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.
Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.
Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια.
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.
Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία.
Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.
Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.
Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.
Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. (…)
Την πρώτη Φεβρουαρίου τιμά η Εκκλησία μας τη μνήμη του Αγίου Τρύφωνα, που έχει καθιερωθεί στην εθιμική λατρεία ως ο προστάτης των αμπελουργών. Ο Άγιος παρουσιάζεται μάλιστα στις νεώτερες λαϊκές αγιογραφίες ως “νέος, αγένειος, σγουρομάλλης, κρατών κλαδευτήρι”, εργαλείο δηλαδή με το οποίο γίνεται η κύρια αμπελουργική εργασία της χρονικής αυτής περιόδου. Πουθενά στο Συναξάριό του δεν αναφέρονται επεισόδια από το βίο ή τα θαύματά του, που να συνδέουν τον Άγιο με το αμπέλι και το κρασί. Πώς συσχετίσθηκε λοιπόν ο Μεγαλομάρτυρας Τρύφωνας με την άμπελο και το μεθυστικό της προϊόν ;
Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στη Λάμψακο, παραλιακή πόλη της Φρυγίας, και μαρτύρησε το 249 μ.Χ., όταν αυτοκράτορας του Ρωμαϊκού κράτους ήταν ο Δέκιος, στη Νίκαια της φρυγικής Βιθυνίας. Η περιοχή ήταν ξακουστή για τους αμπελώνες της όπως και όλα τα παράλια της Προποντίδας. Εκεί βρίσκονταν πόλεις που φημίζονταν για την αφθονία των κρασιών τους: η Ραιδεστός, η Κύζικος και η περιοχή της Βιθυνίας με τα κρασιά της Τρίγλειας, της Κίου, της Νίκαιας. Ο Άγιος πολιούχος της Νίκαιας συνδέεται λοιπόν καταρχήν με την άμπελο και τον οίνο λόγω ...προέλευσης από περιοχή παραγωγής οίνων ποιότητος, αφού λίγες ήταν οι βυζαντινές επαρχίες, που μπορούσαν να καυχηθούν για τον οίνο τους τόσο όσο οι περιοχές της Προποντίδας.
Η θέση της γιορτής του στον ετήσιο κύκλο πρέπει να έπαιξε επίσης ρόλο στην καθιέρωση του Αγίου ως προστάτη των αμπελουργών. Παρόλο που το αμπέλι “κοιμάται”, γυμνό από τσαμπιά, άνθη, φύλλα και χλωρούς βλαστούς, ο Φεβρουάριος αποτελεί κρίσιμη καμπή στο βλαστικό του κύκλο. Είναι η χρονική περίοδος κατά την οποία αρχίζει παραδοσιακά η σημαντικότερη ίσως αμπελουργική φροντίδα, το κλάδεμα. Το κλάδεμα είναι τεχνική εργασία για την οποία οι αμπελουργοί δηλώνουν ότι χρειάζεται πείρα, μαστοριά και γνώση του συγκεκριμένου αμπελώνα. Κλαδεύοντας, ο αμπελουργός επεμβαίνει δυναμικά στο αμπέλι του και ρυθμίζει την ποσότητα άρα και την ποιότητα της παραγωγής του, ενώ καθορίζει αναπόφευκτα τη διάρκεια της ζωής αλλά και την υγιεινή κατάσταση των κλημάτων.
Πανάρχαιες αντιλήψεις για τη βλάστηση και τη γονιμότητα βρήκαν πιθανότατα στέγη στον εορτασμό του Μεγαλομάρτυρα Τρύφωνα, την πρώτη του Φεβρουαρίου. Οι γεωργοί και ειδικά οι αμπελουργοί προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την προστασία των θεϊκών δυνάμεων πριν αρχίσουν το κλάδεμα. Όταν επεκράτησε ο Χριστιανισμός και τα παλιά λατρευτικά στοιχεία απαγορεύτηκαν, εκείνα επιβίωσαν ...κουκουλωμένα κάτω από το μανδύα της νέας θρησκείας. Ο Άγιος, εξειδικευόμενος, επωμίσθηκε το ρόλο του προστάτη των αμπελουργών κατά κύριο λόγο. Δέχεται όλες τις ευχές, τις επικλήσεις και τις ιδιαίτερες φροντίδες με τις οποίες προσπαθούν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλή χρονιά, και να προστατέψουν το αμπέλι από τις λογής καταστροφές, που μπορεί να φέρει μια όψιμη παγωνιά, το χαλάζι, ο άνεμος, η δυνατή ή άκαιρη βροχή, κάποια ασθένεια.
Δε φαίνεται πάντως τυχαίο το γεγονός ότι και ο βασικός Γάλλος ομόλογος του Αγίου, ο saint Vincent, εορτάζεται στους γαλλικούς αμπελότοπους την ίδια χρονική περίοδο, στις 22 Ιανουαρίου.
Μυστήριο καλύπτει τις ακριβείς μετακινήσεις του Αγίου Τρύφωνα από τη Λάμψακο στην Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία. Το 1924 πάντως, όταν οι ιστορικές συνθήκες ανάγκασαν τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ανατολικής Ρωμυλίας να αφήσουν κατάφυτες από αμπέλια περιοχές και να εγκατασταθούν στις καινούργιες πατρίδες τους, φέρνοντας μαζί τους αμπελοοινικές τεχνικές αλλά και τρόπους λατρείας, ο Άγιος Τρύφωνας ήταν ήδη καθιερωμένος ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών στους χριστιανικούς πληθυσμούς της βαλκανικής χερσονήσου. Στις αμπελουργικές περιοχές της Μακεδονίας μάλιστα ήταν ιδιαίτερα γνωστός και σεβαστός, όπως μαρτυρά η προφορική παράδοση των ντόπιων κατοίκων της Γουμένισσας, της Νάουσας, του Αμυνταίου, οι τοιχογραφίες του Αγίου σε ιερούς ναούς που χτίστηκαν τον δέκατο ένατο αιώνα αλλά και το αρκετά συνηθισμένο ανδρικό βαφτιστικό όνομα Τρύφων. Η ένταση της λατρείας του Αγίου επηρεάζεται από την ύπαρξη αμπελώνων καθώς και τη σπουδαιότητά τους για την οικονομία της περιοχής. Συγκέντρωση λατρευτικών παραδόσεων και τήρηση των εθιμικών πρακτικών παρατηρείται στο βορειοελλαδικό χώρο και μάλιστα στις προσφυγικές κοινότητες με τόπο καταγωγής την Ανατολική Ρωμυλία.
Η λατρεία του Αγίου Τρύφωνα
Ο Άγιος Τρύφωνας λοιπόν, από τη Λάμψακο της Φρυγίας, καθιερώθηκε ως Άγιος προστάτης των αμπελουργών, κρατά κλαδευτήρι και έχει σημαντικές αποτρεπτικές δυνάμεις κατά των ποικίλων εχθρών που ενεργούν βλαπτικά στα αμπέλια, στα δενδροκηπευτικά και τους αγρούς : αντίξοες καιρικές συνθήκες, ασθένειες, έντομα, κάμπιες αλλά και ποντικοί υποχωρούν μπροστά του, εφόσον βέβαια του αποδοθούν οι προσήκουσες τιμές. Ονομαστικά αναφέρονται στον Εξορκισμό του Αγίου Μάρτυρος Τρύφωνος μεταξύ των ...“κακούργων θηρίων των αδικούντων την άμπελον, την χώραν τε και τον κήπον : Κάμπη, Σκώληξ, Σκωληκοκάμπη, Σκάνθαρος, Βρούχος, Ακρίς, Επίμαλος, Καλιγάρις, Μακρόπους, Μύρμηξ, Φθειρ, Ρυγίτης, Ψυλλίτης, Καυσοκόπος, Ερυσίβη, Κοχλοί, Ψαλίτης και ει τι άλλο προσφυσούν και μαραίνον τον καρπόν της σταφυλής και των λοιπών ειδών και λαχάνων”.
Η λαϊκή παράδοση συνδέει τον Άγιο με τα αμπέλια και τους αμπελουργούς μέσω ευρύτατα διαδεδομένης στο βαλκανικό χώρο αφήγησης. Σύμφωνα με μια παραλλαγή ο Άγιος Τρύφωνας κλάδευε το αμπέλι του αδιαφορώντας για τις αντίθετες υποδείξεις της Παναγίας και έκοψε τη μύτη του. Η φράση - κλειδί “κλαδεύω έτσι κι όχι έτσι, είπε κι έκοψε τη μύτη του” συνοδεύεται από χειρονομία χαρακτηριστική της τεχνικής του κλαδέματος, χωρίς την οποία ο ακροατής αδυνατεί να αντιληφθεί πώς ακριβώς ακρωτηριάσθηκε ο Άγιος. Με αυτήν την “τεχνολογική αφήγηση” εξηγείται η λατρευτική αποχή από την εργασία στ’ αμπέλια που τηρούν όλοι οι αμπελουργικοί πληθυσμοί. Την απαγόρευση εκφράζουν ρητά οι Στενημαχίτες : “Ας έρθ’ τ’ Αϊ Τρύφου η μέρα πρώτα, κι απέει πιάν’ς του σβανά στου χέρι σ’”. Η πρώτη του Φεβρουαρίου αποτελεί στη λαΪκή συνείδηση το θεσμοθετημένο χρονικό ορόσημο που σηματοδοτεί την αρχή του κλαδέματος και το οποίο ακολουθούν διαδοχικές αμπελουργικές φροντίδες. Είναι λοιπόν φυσικό να προσπαθούν οι αμπελουργοί να προστατέψουν με κάθε τρόπο το ευαίσθητο αμπέλι τους κατά την τόσο κρίσιμη αυτή χρονική στιγμή.
Κατεξοχήν αγροτική η γιορτή του Αγίου Τρύφωνα, χαράσσει κύκλο εορταστικό στο μακεδονικό αμπελώνα, στον οποίο συναντώνται διάφορες κατά τόπους λατρευτικές συνήθειες. Οπως προστάζουν τα έθιμά τους τιμούν τον Άγιο οι γηγενείς, οι ντόπιοι κάτοικοι στις αμπελουργικές περιοχές της Νάουσας, της Γουμένισσας, του Αμυνταίου καθώς και οι προσφυγικοί πληθυσμοί από την Ανατολική Ρωμυλία στη Γέφυρα (Σωζοπολίτες), στη Νέα Αγχίαλο (Αγχιαλίτες) στη Νέα Μεσήμβρια (από τη Μεσημβρία). Στην εκκλησία κάνουν αγιασμό και αρτοκλασία με κόλλυβο για το μνημόσυνο του Αγίου Τρύφωνα. Στο κόλλυβο μάλιστα που παρέθεταν οι Αγχιαλίτες “ζωγράφιζαν” παλαιότερα τον Άγιο και σταφύλια. Συνηθίζουν επίσης να διατηρούν από τον τρύγο σταφύλια, κρεμασμένα στα υπόγεια κελλάρια οινοποίησης ή στην κληματαριά. Το’ χουν σε καλό να αντέξουν τα σταφύλια αυτά ως την πρώτη Φεβρουαρίου, οπότε και τα πηγαίνουν στην εκκλησία για να διαβαστούν και να μοιραστούν στους πιστούς. Ολοι παίρνουν ρώγες που τις τρώνε “για υγεία” αφού φυλάξουν μερικές στο εικονοστάσι. Με τον αγιασμό αυτόν δεν ραντίζουν το σπίτι αλλά τους μπαχτσέδες, τις οπωρώνες και κυρίως τ’ αμπέλια τους. Επισκέπτονται λοιπόν τους αμπελώνες την πρώτη Φεβρουαρίου για να τους ραντίσουν με αγιασμό αλλά και για να προβούν, την ημέρα αυτή της λατρευτικής αποχής από την εργασία, σε τελετουργικό κλάδεμα τεσσάρων κλημάτων. Τα κλήματα αυτά τα διαλέγουν να’ναι ιδιαίτερα γερά, είτε βρίσκονται στις γωνίες του αμπελώνα είτε σχηματίζουν σταυρό στο αμπέλι. Πάνω σ’ αυτά θα ρίξουν κρασί ή αγιασμό, προσβλέποντας στην ευφορία, στην καλή παραγωγή, στην καλοχρονιά. Με την ευκαιρία, σε κάποιες περιοχές θα θάψουν κάτω απ τα κλήματα το κουλούρι του καλικάτζαρου αλλά και το κόκκινο αυγό της Μεγάλης Πέμπτης. Κάποτε πραγματοποιείται και ένα είδος στοιχειώδους μιμικού δρώμενου, που συνδέει τον Άγιο με την προσδοκώμενη αφθονία, τη γονιμότητα, την “ευκολία”, όπως λένε οι ίδιοι.
Για τους υπόλοιπους αμπελουργούς η μέρα θα τελειώσει πιθανότατα με μια γερή κρασοκατάνυξη, οικογενειακή ή μεταξύ συναδέλφων. Οι πρόσφυγες από τους αμπελότοπους της Στενημάχου στην Ανατολική Ρωμυλία όμως θα πραγματοποιήσουν την εντυπωσιακή τελετουργία του κουρμπανιού, αιματηρής θυσίας προς τιμήν του Αγίου Τρύφωνα, που έφεραν με τις λιγοστές αποσκευές τους και τη μεταφύτεψαν στις νέες πατρίδες τους.
Πράγματι, η αμπελουργική Στενήμαχος είναι η μόνη περιοχή στην οποία αναφέρονται αιματηρές προσφορές για τον άγιο Τρύφωνα. Η τέλεση αιματηρής θυσίας στο πλαίσιο του εορτασμού του αγροτικού Αγίου και με επιδιωκόμενο αντάλλαγμα μια καλή χρονιά για τα αμπέλια εξηγείται από τη θρακική προέλευση του εθίμου και των φορέων του. Τα κουρμπάνια ήταν συνηθισμένες τελετουργίες στο θρακικό χώρο και προσφέρονταν στο θείο από ιδιώτες και κοινότητες σε διάφορες περιστάσεις και με ποικίλες επιδιώξεις. Στη Στενήμαχο λοιπόν, ανθηρή ελληνική πόλη πριν το 1924, χτισμένη 20 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Φιλιππούπολης στους πρόποδες της Ροδόπης, οι αμπελουργοί κάτοικοι γιόρταζαν κάθε χρόνο τη μνήμη του Αγίου προστάτη τους κάνοντας κουρμπάνι, δημοτελή θυσία μόσχου. Την παραμονή της γιορτής, μετά την εορταστική περιφορά του στεφανωμένου με κληματίδες ζώου, το θυσίαζαν στο προαύλιο του παρεκκλησιού. Ανήμερα του Αγίου το διαβασμένο από τον παπά κρέας έβραζε με το ζωμό του σε καζάνια κι αφού το ευλογούσε και πάλι ο παπάς γινόταν η διανομή και κοινό γεύμα. Ακολουθούσε αγώνας πάλης με συμμετοχές Ελλήνων, Τούρκων και Βουλγάρων παλαιστών καθώς και γλέντι με οινοποσία. Στην εκδήλωση συμμετείχαν όλοι οι έλληνες αμπελουργοί από τη Στενήμαχο αλλά και τις γειτονικές κωμοπόλεις Ανω Βοδενά και Κούκλαινα. (…)
Το κείμενο έγραψε η κα Ζέτα Παπαγεωργοπούλου, η οποία
ασχολήθηκε με το θέμα για λογαριασμό του Ιδρύματος Φανή Μπουτάρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου